Παρασκευή 26 Απριλίου 2013

H ανοχή και η ατιμωρησία συμβάλλουν στη ρατσιστική βία

Έξαρση των φαινομένων ρατσιστικής βίας στην Ελλάδα διαπιστώνει ο επικεφαλής του Γραφείου της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα Γιώργος Τσαρμπόπουλος, με βάση και τα στοιχεία σχετικής έρευνας του Δικτυου Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας.

Κατ’ αρχάς, θα ήθελα ένα σχόλιό σας για τα τελευταία γεγονότα, με το περιστατικό πυροβολισμών κατά μεταναστών εργατών στην Ηλεία…

Από ό,τι αποκαλύπτεται σιγά-σιγά, πρόκειται για ακραία συνέπεια ενός καθεστώτος απάνθρωπης εκμετάλλευσης, βασισμένου στην ανομία και τον εκφοβισμό, που κορυφώθηκε με εγκληματικές ενέργειες για τις οποίες έχει επιληφθεί πλέον η Δικαιοσύνη. Χρειάζονται νομοθετικές πρωτοβουλίες και ρυθμίσεις για την απασχόληση μεταναστών εργατών γης, που να κατοχυρώνουν τα εργασιακά και ασφαλιστικά τους δικαιώματα και να εξασφαλίζουν αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης.

Το περιστατικό της Ηλείας θεωρείτε ότι έχει χαρακτηριστικά περιστατικού ρατσιστικής βίας;

Ανεξάρτητα και πέρα από το κίνητρο του εκφοβισμού και του τιμωρητικού του χαρακτήρα απέναντι σε ανθρώπους που διεκδικούσαν τα δεδουλευμένα, το περιστατικό σαφώς και είναι ακραία έκφραση ρατσιστικής βίας. Αρκεί να αναρωτηθεί κανείς αν η εγκληματική ενέργεια των επιστατών θα ήταν η ίδια εάν στη θέση των μεταναστών βρίσκονταν Έλληνες. Προφανώς η απάντηση θα ήταν αρνητική.

Πώς σχολιάζετε το γεγονός ότι τα στοιχεία δείχνουν ότι οι μετανάστες εργάτες γης στην Ηλεία δέχονταν συχνή κακομεταχείριση, ωστόσο οι καταγγελίες ήταν ελάχιστες; Υπήρχε «ομερτά» στην περιοχή;

Δυστυχώς, όσο οι μετανάστες είναι «χρήσιμοι», δεν ενδιαφέρει αν είναι παράνομοι και εξαθλιωμένοι, αν ζουν σε άθλιες συνθήκες που υποβαθμίζουν την περιοχή, αν είναι μουσουλμάνοι ή χριστιανοί, μαύροι, λευκοί ή κίτρινοι. Κάποιους βολεύει να είναι χωρίς δικαιώματα, φαντάσματα χωρίς ταυτότητα, ανύπαρκτοι για μια κοινωνία που, σε διαφορετικές περιστάσεις, θα απαιτούσε από το κράτος «να τους γυρίσει πίσω από εκεί που ήρθαν» γιατί κλέβουν το ψωμί του Έλληνα, είναι υγειονομική βόμβα, αποτελούν εθνική απειλή. Και βέβαια αυτό δεν αφορά μόνο τη συγκεκριμένη περιοχή.

Το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας παρουσίασε χθες έκθεση για τέτοια περιστατικά στη χώρα για το 2012. Ποια είναι τα βασικά συμπεράσματα;

Την περίοδο Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου 2012 το Δίκτυο κατέγραψε 154 περιστατικά ρατσιστικής βίας. Η καταγραφή έγινε με βάση προσωπικές μαρτυρίες των ίδιων των θυμάτων και δεν περιλαμβάνει αναφορές τρίτων προσώπων ή δημοσιεύματα. Τα περισσότερα περιστατικά συνέβησαν σε δημόσιους χώρους και αφορούσαν σωματικές επιθέσεις κατά αλλοδαπών, κυρίως βαριές σωματικές βλάβες (66 περιστατικά) και απλές σωματικές βλάβες (76 περιστατικά), συνδυαζόμενες ως επί το πλείστον με απειλές, εξύβριση και φθορά ξένης περιουσίας. Τα θύματα στοχοποιήθηκαν για λόγους συναφείς με το χρώμα του δέρματός τους, την εθνοτική τους προέλευση ή τη θρησκεία. Σε 91 περιπτώσεις αναφέρθηκε πως οι δράστες συνδέονταν με εξτρεμιστικές ομάδες και δρούσαν οργανωμένα, κυκλοφορώντας με μηχανές ή πεζοί σε περιπολίες, συχνά με τη συνοδεία μεγαλόσωμων σκυλιών, ήταν ντυμένοι με μαύρα ρούχα και ενίοτε με στρατιωτικά παντελόνια, φορούσαν κράνη ή είχαν καλυμμένα τα πρόσωπά τους.

Όσον αφορά την επίσημη καταγγελία στις αρμόδιες Αρχές και την κίνηση της ποινικής διαδικασίας, μόνο 24 θύματα ανέφεραν ότι έχουν προβεί σε σχετικές ενέργειες ενώ 23 θα το επιθυμούσαν. Οι υπόλοιποι δεν θα ήθελαν να προβούν σε καμία περαιτέρω ενέργεια, τις περισσότερες φορές επειδή δεν διαθέτουν νομιμοποιητικά έγγραφα και κατά συνέπεια φοβούνται ότι θα κρατηθούν προς έκδοση απόφασης απέλασης. Στην πράξη, αντί οι αστυνομικές Αρχές να εξαντλήσουν όλες τις δυνατότητες εξιχνίασης των καταγγελλομένων επιδεικνύουν προτεραιότητα στον έλεγχο της νόμιμης διαμονής του θύματος. Σε αρκετές δε περιπτώσεις, τα θύματα ανέφεραν ότι επιχείρησαν να καταγγείλουν τις ρατσιστικές επιθέσεις στην Αστυνομία, αλλά αντιμετώπισαν την απροθυμία ή την αποθάρρυνση και μερικές φορές την άρνηση, στην πράξη, των αστυνομικών Αρχών να ανταποκριθούν. Η δημιουργία τμημάτων και γραφείων αντιμετώπισης ρατσιστικής βίας στην ΕΛ.ΑΣ. (εξέλιξη ιδιαίτερα θετική) πρέπει επομένως να συνδυαστεί με αποτελεσματικά μέτρα ελέγχου, στελέχωσης και διαρκούς εκπαίδευσης.

Από τα στοιχεία των τελευταίων χρόνων προκύπτει εικόνα σταδιακής μετατροπής της Ελλάδας σε μια χώρα με αύξηση του ρατσισμού;

Τα φαινόμενα ξενοφοβίας και ρατσιστικής συμπεριφοράς παρουσιάζουν έξαρση τα τελευταία χρόνια. Ακραία εκδήλωσή τους είναι η ρατσιστική βία και τα εγκλήματα μίσους, αυτά δηλαδή που επιτελούνται με κίνητρο τη διαφορετικότητα, κυρίως εξαιτίας της εθνικής καταγωγής, της φυλετικής προέλευσης, του χρώματος ή της θρησκείας των θυμάτων, αλλά και άλλων ιδιαίτερων στοιχείων που αφορούν, για παράδειγμα, κοινωνικά χαρακτηριστικά ή σεξουαλικό προσανατολισμό.

Ποιοι είναι κατά την άποψή σας οι παράγοντες που παίζουν ρόλο στη διαμόρφωση ενός κλίματος ρατσισμού και μισαλλοδοξίας σε μια χώρα σαν την Ελλάδα;

Πολλοί και διάφοροι. Έχουν να κάνουν τόσο με υποκειμενικά στοιχεία (έλλειψη παιδείας, προκαταλήψεις, άγνοια της πολυπλοκότητας των προβλημάτων και αυταπάτες για εύκολες λύσεις κ.λπ.), όσο και με προκλήσεις της σύγχρονης πραγματικότητας που η πολιτεία δεν αντιμετώπισε έγκαιρα και ολιστικά. Για παράδειγμα, η έλλειψη μακρόπνοης πολιτικής για το μεταναστευτικό και η συσσώρευση μιας σειράς προβλημάτων (υποβάθμιση περιοχών με μεγάλη συγκέντρωση μεταναστών σε συνθήκες αποκλεισμού και περιθωριοποίησης, ανασφάλεια και παραβατικότητα που εντείνεται από την έλλειψη κοινωνικής πολιτικής, κυκλώματα εμπορίας ανθρώπων και εκμετάλλευσης κ.ά.) δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για την καλλιέργεια ψευδαισθήσεων ότι με το «νόμο» στα χέρια κάποιων (όταν το κράτος είναι ελλειμματικό) και, ακόμα χειρότερα, τη βία θα λυθούν τα προβλήματα. Η ανοχή και η ατιμωρησία συμβάλλουν επίσης να θεωρείται από ορισμένους ότι η ρατσιστική βία εντάσσεται σε μια «φυσιολογικότητα». Ο δημόσιος λόγος, πάλι, όταν παρεκτρέπεται σε γενικευμένη στοχοποίηση των αλλοδαπών και αφορισμούς, ρίχνει λάδι στη φωτιά. Και βέβαια, σε συνθήκες μεγάλης οικονομικής κρίσης, η απόγνωση από τα αδιέξοδα στρέφει ευκολότερα μερίδα της κοινωνίας να αναζητά αποδιοπομπαίους τράγους.

Θεωρείτε ότι η ενδυνάμωση μιας πολιτικής οργάνωσης με έντονα ρατσιστικά χαρακτηριστικά, όπως η Χρυσή Αυγή, είναι αίτιο ή αιτιατό των όσων συζητήσαμε πιο πάνω; Και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί;
Αίτιο, όσο οι δράστες εγκληματικών πράξεων με ρατσιστικό κίνητρο παραμένουν ατιμώρητοι και η προτροπή (άμεσα ή έμμεσα) για βίαιες συμπεριφορές δεν αντιμετωπίζεται με τη μηδενική ανοχή που αρμόζει σε ένα κράτος δικαίου. Αιτιατό, στο βαθμό που η αδυναμία της πολιτείας και των θεσμικών της οργάνων να δώσουν λύσεις σε υπαρκτά προβλήματα συντελεί στο να αναπτύσσεται η απαξίωση της πολιτικής και των θεσμών σε μερίδα της κοινωνίας μας. Χρειάζεται να καλυφθούν, από μεριάς του κράτους τα κενά εκείνα που δημιουργούν χώρο σε οργανώσεις σαν τη Χρυσή Αυγή να δρα και να καλλιεργεί αυταπάτες για «δυναμικές απαντήσεις». Κενά που σχετίζονται με το μεταναστευτικό, τα κοινωνικά δικαιώματα, τη λειτουργία της Δικαιοσύνης, την ποιότητα ζωής. Παράλληλα, επιβάλλεται αυστηρή εφαρμογή του νόμου όταν έχουμε να κάνουμε με πράξεις του κοινού ποινικού δικαίου. Επίσης, στοχευμένη εκπαιδευτική πολιτική από τις μικρές ηλικίες για την καλλιέργεια κουλτούρας διαλόγου και αλληλεγγύης ως απάντηση στη βία. Προσοχή στον δημόσιο λόγο και καταδίκη της ρητορικής του μίσους. Και βέβαια, συνειδητοποίηση από όλη την κοινωνία ότι η υπεράσπιση των θεσμών και του κράτους δικαίου είναι απαραίτητη για τη δημοκρατική ομαλότητα.

Αναδημοσίευση άρθρου από το City Press

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.