Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2013

Μηνύματα Σαχινίδη προς κυβέρνηση και ΠΑΣΟΚ

Μιλώντας σε κομματικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ Θεσσαλονίκης ο πρώην υπουργός και υφυπουργός οικονομικών Φίλιππος Σαχινίδης φρόντισε να στείλει μηνύματα εντός και εκτός ΠΑΣΟΚ και εντός και εκτός κυβέρνησης , κάνοντας σαφές τι χρειάζεται κατα τη γνώμη του να γίνει για την αναμόρφωση της χώρας. Ο κ. Σαχινίδης είπε μεταξυ άλλων τα εξής :

Η αναζήτηση μιας προοδευτικής διεξόδου από την κρίση, αποτελεί ανάγκη για τους σοσιαλιστές\σοσιαλδημοκράτες σε αυτές τις δύσκολες για την κοινωνία συνθήκες. H σημερινή εκδήλωση, παρέχει μια ευκαιρία για να αναδειχτούν ζητήματα, να αξιολογηθούν προτάσεις και να ξεκινήσει ένας διάλογος που μόνο όφελος θα έχει για το ΠΑΣΟΚ και την κεντροαριστερά.

Η Ελλάδα, τέσσερα χρόνια μετά το δημοσιονομικό εκτροχιασμό του 2009, θα παρουσιάσει το 2013 για πρώτη φορά ένα οριακό πλεόνασμα στο πρωτογενές ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης και σχεδόν ισοσκελισμένο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.

Η αντιμετώπιση των ανισορροπιών της οικονομίας, που προκάλεσαν την κρίση και οδήγησαν την χώρα εκτός αγορών το 2010, έγινε με ένα τεράστιο κόστος σε όρους απασχόλησης και εισοδημάτων, αφού η ανεργία προσεγγίζει το 28% ενώ η νεανική ανεργία το 64%.

Η Ελλάδα βρίσκεται για έκτη συνεχόμενη χρονιά σε ύφεση. Υπενθυμίζω ότι η ύφεση ξεκίνησε το 2008, δηλαδή δύο χρόνια πριν την εφαρμογή του προγράμματος οικονομικής πολιτικής.

Κάνω αυτή την επισήμανση γιατί ακόμη και σήμερα πολλοί εξακολουθούν να υποστηρίζουν ότι τα προβλήματα στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας σχετίζονται μόνο με τη δημοσιονομική προσαρμογή που ξεκίνησε το 2010.

Όσοι επιλεκτικά αποσιωπούν αυτό το γεγονός, δεν το θεωρούν προφανώς σημαντικό όπως επίσης και το γεγονός, ότι το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ήταν στο 15% του ΑΕΠ το 2008.

Εκτιμώ ότι αυτή η αποσιώπηση εξυπηρετεί μόνο πολιτικές σκοπιμότητες και μικροκομματικά οφέλη όλων όσων στάθηκαν απέναντι στην προσπάθεια που ξεκίνησε μόνη της η ΚΟ του ΠΑΣΟΚ το 2009.

Το ερώτημα, λοιπόν, το οποίο τίθεται σήμερα είναι, πότε η ελληνική οικονομία θα εισέλθει σε μια τροχιά διατηρήσιμης ανάπτυξης, προϋπόθεση για να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας σε ανταγωνιστικούς τομείς της οικονομίας.

Το ερώτημα που πρέπει να μας απασχολεί σήμερα – όσο παράδοξο και αν ακούγεται αυτό που λέω – δεν είναι αν η Ελλάδα θα περάσει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης το 2014 ή όχι.

Ούτως ή άλλως, ακόμη και αν αυτό συμβεί, διατρέχουμε τον κίνδυνο για ένα μικρό διάστημα να έχουμε μια ανάπτυξη που δε θα συνοδεύεται από αύξηση της απασχόλησης.

Θα έχουμε αυτό που είναι γνωστό από την εμπειρία πολλών χωρών ως jobless growth (ανάπτυξη χωρίς αύξηση της απασχόλησης).

Το ερώτημα είναι, αν έχουμε διανύσει σημαντική απόσταση σε ό,τι αφορά το κομβικό στόχο για μετασχηματισμό της παραγωγικής μας βάσης ώστε η ελληνική οικονομία να ενταχθεί αποτελεσματικά στον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας.

Γιατί υποστηρίζω την άποψη ότι το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είναι κατά βάση διαρθρωτικό, είναι πρόβλημα παραγωγικού προτύπου.

Υποστηρίζω ότι αφού μετά την κατάρρευση του 2009 καταφέραμε να σταθούμε όρθιοι την περίοδο 2010-2013, το επόμενο βήμα είναι να προχωρήσουμε βιώσιμα μπροστά.

Άρα, στην πρώτη φάση το ζήτημα ήταν ζήτημα επιβίωσης.

Στην δεύτερη φάση είναι ζήτημα βιώσιμης παραγωγής.

Χωρίς βιώσιμο παραγωγικό μοντέλο σύντομα θα ξαναβρεθούμε αντιμέτωποι με το ζήτημα της επιβίωσης.

Και μπορεί από το 2009 να έχουν γίνει βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση, προς ένα νέο βιώσιμο παραγωγικό μοντέλο, είμαστε όμως ακόμα πολύ πίσω. Έγιναν βήματα αλλά η αναγκαία και πρωτοφανής δημοσιονομική προσαρμογή τα δυσκόλεψε αφάνταστα.

2. Η Ελλάδα έχασε το τρένο της παγκοσμιοποίησης
Η ελληνική οικονομία δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης αλλά και της συμμετοχής στην ΟΝΕ.

Η Ελλάδα στην φάση των γρήγορων και δραστικών παγκόσμιων οικονομικών ανακατατάξεων, απέτυχε να ενταχθεί αποτελεσματικά στο παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας και να προστατέψει θέσεις εργασίας και εισοδήματα.

Ειδικότερα, από την ημέρα ένταξης στην ΟΝΕ, η ελληνική οικονομία άρχισε να χάνει χρόνο με το χρόνο έδαφος σε όρους ανταγωνιστικότητας.

Όποιο δείκτη ανταγωνιστικότητας και αν χρησιμοποιήσει κανείς, σε αυτό το συμπέρασμα θα καταλήξει.

Έτσι η οικονομία απόκτησε ένα διογκωμένο μη παραγωγικό και μη ανταγωνιστικό τμήμα στο οποίο μεταφέρθηκαν ανθρώπινοι και υλικοί πόροι από το τμήμα της οικονομίας που ήταν εκτεθειμένο στο διεθνή ανταγωνισμό, το οποίο σταδιακά αποδυναμώθηκε σε σημαντικό βαθμό.

Η εικόνα αυτή αποτυπωνόταν καθαρά στη πορεία του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο από την επομένη της ένταξης στην ΟΝΕ διευρύνονταν συνεχώς μέχρι που έφτασε στο πρωτοφανές μέγεθος του 15% το 2008.

Αν μη τι άλλο, αυτό ήταν μια ηχηρή ένδειξη των προβλημάτων ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων.

Αυτός ήταν ένας πρόδρομος δείκτης της επερχόμενης βαθιάς ύφεσης και ανεργίας.

Θα περίμενε κάποιος ότι οι εξελίξεις αυτές θα προκαλούσαν εύλογη ανησυχία στα οικονομικά επιτελεία εκείνης της περιόδου αλλά και σε όλα τα κόμματα.

Αυτό όμως δε συνέβη. Αυτό υπήρξε το αποτέλεσμα της αδυναμίας των οικονομικών παραγόντων αλλά και της πολιτικής τάξης να κατανοήσουν τους νέους όρους του παιχνιδιού. Ειδικά η τελευταία, δεν προνόησε ή απέφυγε να ανοίξει δημόσια τη συζήτηση τί σημαίνει η παγκοσμιοποίηση και ποιοί είναι οι επερχόμενοι κίνδυνοι ή τα οφέλη από αυτήν αλλά και τί απαιτείται ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι πρώτοι και να μεγιστοποιηθούν τα οφέλη.

Η Ελλάδα παρά την διεύρυνση του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και την αύξηση του δημοσιονομικού ελλείμματος συνέχιζε -παραδόξως αλλά είναι και αυτό μια πρόσθετη ένδειξη της αστοχίας των αγορών – να έχει πρόσβαση στις αγορές με ένα κόστος που ήταν πολύ κοντά σε αυτό της Γερμανίας.

Έτσι, κανείς δεν έθετε δημόσια ως προτεραιότητα το ζήτημα λήψης μέτρων για την αντιμετώπιση των ανισορροπιών του δίδυμου ελλείμματος.

Υπενθυμίζω ότι στο παρελθόν όταν υπήρχε το εθνικό νόμισμα η προσαρμογή επιβάλλονταν από τις αγορές οι οποίες ασκούσαν πιέσεις στο εθνικό νόμισμα.

Έτσι οι κυβερνήσεις υποχρεώνονταν να πάρουν μέτρα αποκατάστασης των ανισορροπιών στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, χρησιμοποιώντας το «όπλο» της υποτίμησης του εθνικού νομίσματος και άλλα περιοριστικά μέτρα, όπως συνέβη για παράδειγμα το 1983 και το 1985.

Μετά την ένταξη στην ΟΝΕ οι αγορές δεν αντιδρούσαν άμεσα στα μεγάλα ελλείμματα ώστε μέσω του περιορισμού πρόσβασης στο δανεισμό του δημοσίου ή των ιδιωτών να οδηγήσουν στην ανάληψη πρωτοβουλιών για διαρθρωτικές αλλαγές.

Ίσως γιατί εκτιμούσαν ότι τελικά η Ευρωζώνη δεν θα εγκατέλειπε ένα μέλος της.

Τελικά, με το ξέσπασμα της διεθνούς κρίσης και την αναπόφευκτη εξάπλωση αυτής από τις ΗΠΑ στην Ευρώπη, οι αγορές άρχισαν να αποτιμούν τους κινδύνους των χωρών πολύ πιο αυστηρά, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να αποκοπεί από τις αγορές και να υποχρεωθεί να προχωρήσει στις προσαρμογές που συνοδεύουν το πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής που έχει συνυπογράψει με τους εταίρους της.

3. Η πορεία μετασχηματισμού της Ελληνικής οικονομίας στα βήματα του Έστερναχ.
Επανέρχομαι στο κεντρικό ερώτημα της πορείας του μετασχηματισμού της Ελληνικής Οικονομίας.

Στα χρόνια εφαρμογής του προγράμματος οικονομικής πολιτικής επιτεύχθηκε η συρρίκνωση του μη ανταγωνιστικού και μη εξωστρεφούς τομέα της οικονομίας προς όφελος του ανταγωνιστικού και εξωστρεφούς τομέα της ή όχι;

Εκτιμώ ότι η πρόοδος που έχει συντελεστεί δεν είναι αυτή που απαιτούν οι συνθήκες γενικευμένης κρίσης. Θυμίζει τα βήματα των κατοίκων του Έστερναχ – μας εξοικείωσε ο Α. Παπαδόπουλος στο ομώνυμο βιβλίο του – που στα πλαίσιο μιας θρησκευτικής τελετουργίας, πηγαίνουν τρία βήματα εμπρός και δυο βήματα πίσω.

Η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να είναι παγιδευμένη σε ένα ξεπερασμένο παραγωγικό πρότυπο.

Η βελτίωση που επιτεύχθηκε στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι επισφαλής.

Οφείλεται κυρίως στη μεγάλη μείωση των εισαγωγών λόγω της μείωσης των εισοδημάτων και λιγότερο στην αύξηση των εξαγωγών.

Βεβαίως φαίνεται ότι σε ορισμένους τομείς και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για την συζήτηση που κάνουμε όπως το εμπορικό αγροτικό ισοζύγιο ότι η Ελλάδα πραγματοποίησε κάποια πρόοδο.

Αυτό οφείλεται στην αύξηση των εξαγωγών και ίσως στην υποκατάσταση των εισαγωγών.

Η σύνθεση όμως των εξαγωγών μετά την κρίση δεν δείχνει ότι παράγουμε νέα προϊόντα που ενσωματώνουν υψηλή τεχνολογία ή είναι καινοτόμα.

Σύμφωνα με το Innovation Union Scoreboard 2013, η Ελλάδα ως προς την καινοτομία υστερεί έναντι του μέσου όρου των εταίρων και στην περίοδο 2008-2012 έχασε έδαφος.

Αλλά και οι δαπάνες σε έρευνα και τεχνολογία παραμένουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα.

Μια αλλαγή στο περιεχόμενο των εξαγωγών της χώρας προϋποθέτει μεγάλο όγκο επενδύσεων που θα διευκολύνουν την αλλαγή της παραγωγής βάσης.

Όμως η χώρα μετά το ξέσπασμα της κρίσης αντιμετώπισε μεγάλες προκλήσεις. Η αβεβαιότητα που κυριάρχησε ως αποτέλεσμα της αδυναμίας επίτευξης ευρείας πολιτικής συναίνεσης αλλά και της αστάθειας που προκάλεσαν οι δύο συνεχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις, απέτρεψε την προσέλκυση επενδύσεων το προηγούμενο διάστημα.

Παράλληλα με τη γενικότερη αβεβαιότητα στο πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, η διατήρηση των πραγματικών επιτοκίων σε πολύ υψηλά επίπεδα και η καθυστέρηση στην ανακεφαλαιοποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος όχι μόνο απέτρεψαν την πραγματοποίηση των αναγκαίων επενδύσεων αλλά προκάλεσαν δυσλειτουργίες σε υφιστάμενες ανταγωνιστικές επιχειρήσεις.

Η Ελλάδα, η οποία μετά το 2008 αποεπενδύει, στα επόμενα χρόνια θα χρειαστεί περισσότερα από 30 δις νέων επενδύσεων.

Το ερώτημα είναι από πού θα προέλθουν τα κεφάλαια αυτά όταν γνωρίζουμε ότι το Πρόγραμμα Επενδύσεων του Κρατικού Προϋπολογισμού δεν θα έχει την δυνατότητα να διαθέσει τους αναγκαίους πόρους.

Άρα η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα είναι καθοριστικής σημασίας. Για αυτό τον λόγο, η πολιτική σταθερότητα και η επίτευξη ευρύτερων πολιτικών συναινέσεων είναι αναγκαίες για να υπάρχει η ασφάλεια μεταξύ των επενδυτών ότι οι επενδύσεις τους δεν θα επηρεάζονται από τις πολιτικές εξελίξεις.

Ούτε είναι φυσιολογικό, όταν η προβλεπόμενη συνταγματική θητεία είναι τετραετής, να γίνονται συνεχώς συζητήσεις για το ενδεχόμενο προκήρυξης πρόωρων εκλογών στη βάση δημοσκοπικών ευρημάτων. Με την αναθεώρηση του Συντάγματος, μπορούμε για παράδειγμα μεταξύ άλλων να προχωρήσουμε σε θέσπιση πρόβλεψης ότι σε περίπτωση πρόωρης διάλυσης της Βουλής, η νέα θα εξαντλήσει το υπόλοιπο της προηγούμενης.

Εξίσου ανασταλτικός υπήρξε και παραμένει ο ρόλος όσων εξυπηρετούνταν άμεσα ή έμμεσα από το παλαιό κρατικοκεντρικό πρότυπο ανάπτυξης.

Η διαδικασία μετασχηματισμού του παραγωγικού προτύπου δεν είναι εύκολη, ούτε επιθυμητή από όλους. Θα υπάρξουν σκληρές συγκρούσεις και αντιστάσεις.

Διότι προϋποθέτει ότι οι μη ανταγωνιστικές επιχειρήσεις ή δραστηριότητες θα πάψουν να έχουν τον ρόλο που είχαν στο παρελθόν.

Δεν μπορεί, για παράδειγμα, η οικοδομική δραστηριότητα να επιστρέψει στα επίπεδα προ της κρίσης.

Είναι αναμενόμενο ότι οι ιδιοκτήτες αυτών των επιχειρήσεων θα επιδιώξουν να αποτρέψουν αυτό το ενδεχόμενο, διεκδικώντας ξανά ρόλο για τις επιχειρήσεις τους.

Επομένως, ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα στην πραγματοποίηση νέων επενδύσεων από ίδια κεφάλαια θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του νέου παραγωγικού προτύπου.

Επί του παρόντος οι ιδιώτες δεν δείχνουν να έχουν πάρει κάποια σημαντική πρωτοβουλία για νέες επενδύσεις. Ενώ, η άλλοτε υφέρπουσα και άλλοτε ανοικτή σύγκρουση της παλαιάς με τη νέα οικονομία για διασφάλιση κινήτρων είναι σε εξέλιξη με αβέβαιη κατάληξη.

Σημαντικό ρόλο στη διαδικασία μετασχηματισμού της οικονομίας εκ των πραγμάτων έχει και το πρόγραμμα αποκρατικοποίησης, το οποίο αποσκοπεί να προσελκύσει νέα επενδυτικά κεφάλαια αλλά και μεταφορά τεχνογνωσίας.

Όμως και εδώ σημειώνονται καθυστερήσεις και παρά την όποια πρόοδο, δεν υπήρξε ούτε από αυτή τη πλευρά κάποια ουσιαστική συνεισφορά προς τη κατεύθυνση του μετασχηματισμού της οικονομίας.

Εδώ αναδεικνύεται και ο κομβικός ρόλος του τραπεζικού συστήματος στη διαδικασία του μετασχηματισμού.

Οι τράπεζες έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους δάνεια προς προβληματικές ή μη ανταγωνιστικές επιχειρήσεις, οι οποίες πιέζουν για ρυθμίσεις υφιστάμενων δανείων ή για νέες χορηγήσεις.

Αυτό όμως κρατά τις τράπεζες προσκολλημένες σε επιχειρήσεις που δεν έχουν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα.

Έτσι, όμως, περιορίζονται οι λίγες διαθέσιμες πιστώσεις που υπάρχουν για τη χρηματοδότηση νέων επενδύσεων σε ανταγωνιστικούς τομείς.

Υπάρχουν πολλά παραδείγματα ανταγωνιστικών επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα γιατί δεν έχουν πρόσβαση σε τραπεζική χρηματοδότηση ή χρηματοδότηση με όρους ανταγωνιστικούς.

Έτσι, πολλές επιχειρήσεις αφήνουν την Ελλάδα (πχ για να μπορούν να αντλήσουν φθηνότερα κεφάλαια από το εξωτερικό) με αρνητικές συνέπειες για την οικονομία, όπως απώλειες στα φορολογικά έσοδα, απώλεια καταθέσεων τους που φεύγουν από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα κ.α.

Υπάρχουν κλάδοι, όπως οι ιχθυοκαλλιέργειες, με πολλά χρέη που όμως είναι ανταγωνιστικοί αλλά χρειάζονται αναδιάρθρωση.

Οι τράπεζες θα πρέπει να ετοιμάσουν ένα στρατηγικό σχέδιο ώστε να δώσουν μια δεύτερη ευκαιρία σε αυτές τις επιχειρήσεις. Όπως, επίσης, και πως θα διαχειριστούν τα δάνεια των επιχειρήσεων που δεν ανήκουν στον ανταγωνιστικό τομέα, ώστε να απεμπλακούν από αυτά και να διευκολύνουν τη μείωση του μεγέθους τους.

Ο ρόλος του τραπεζικού τομέα, ούτως ή άλλως, σε όλη την Ευρώπη αλλά και στην Ελλάδα, θα επαναπροσδιοριστεί εξαιτίας των αποφάσεων για τη θεμελίωση της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης.

Είναι πιθανό ο ρόλος τους στην χρηματοδότηση των επιχειρήσεων να περιοριστεί και να αναζητηθεί χρηματοδότηση μέσω του χρηματιστηρίου ή από ιδιωτικά επενδυτικά σχήματα (private equity funds).

4. Η αύξηση της ανεργίας υπονομεύει τη κοινωνική συνοχή και τη πορεία μετασχηματισμού της οικονομίας.
Η χώρα προχώρησε σε πολλές και ουσιαστικές μεταβολές στην αγορά εργασίας, για να ενισχύσει τις δυνατότητες δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας.

Εδώ, βέβαια, ανακύπτει ένα κρίσιμο ερώτημα. Γιατί, παρά την μεγάλη μείωση μισθών έως σήμερα, η ανεργία συνεχίζει να αυξάνεται;

Οι 1,5 εκ. άνεργοι δε δημιουργήθηκαν μόνο κατά τη διάρκεια της ύφεσης αλλά προϋπήρχαν.

Απλά ήταν “καλυμμένοι”, είτε άμεσα από το ευρύτερο ελληνικό Δημόσιο (stage, συμβασιούχοι, υπεραπασχόληση σε ΔΕΚΟ, απασχόληση σε Οργανισμούς που η δημιουργία τους δεν απέφερε όφελος στην οικονομία ή τον φορολογούμενο) – η απασχόληση στον ευρύτερο Δημόσιο Τομέα έχει μειωθεί κατά 200.000 άτομα σε σχέση με το 2009 – είτε έμμεσα από τη «ζήτηση» που τροφοδοτούσε ο υπερτροφικός κρατικός τομέας αλλά και το εξαρτώμενο από τις συναλλαγές του με το Δημόσιο, τμήμα του ιδιωτικού τομέα.

Βέβαια το ερώτημα παραμένει, διότι ο αριθμός των ανέργων είναι ήδη μια εφιαλτική πραγματικότητα που εάν δεν αντιμετωπιστεί άμεσα θα προκαλέσει την οικονομική απαξίωση και τη φυσική καταστροφή του πιο σημαντικού παραγωγικού συντελεστή της οικονομίας, του ανθρώπινου δυναμικού της.

Αν υποθέσουμε, ότι τα επόμενα χρόνια δημιουργούνται 50.000 νέες θέσεις εργασίας, κατά μέσο όρο το χρόνο, απαιτείται πάνω από μια δεκαπενταετία για να επιστρέψουμε σε ποσοστά ανεργίας της τάξεως του 10%.

Δεν μπορεί η κοινωνία να αντέξει τόσο υψηλά επίπεδα ανεργίας για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα

Εκτιμώ ότι η χώρα πρέπει να διευκολύνει τη δημιουργία μικρών αλλά ανταγωνιστικών επιχειρήσεων – επιμένω στο ανταγωνιστικών γιατί διαφορετικά θα κλείσουν και αυτές – που θα απασχολούν 5-10 άτομα. Αυτές οι επιχειρήσεις θα δώσουν απάντηση στο πρόβλημα της απασχόλησης.

Επιτρέψτε μου να αναφέρω ένα καινοτόμο παράδειγμα από τη Λάρισα. Ο Συνεταιρισμός ΘΕΣ-ΓΑΛ προχώρησε στην δημιουργία ATM’s όπου ο καταναλωτής μπορεί να προμηθεύεται φρέσκο γάλα σε πολύ χαμηλές τιμές.

Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, πρέπει να προσφύγουμε σε ανορθόδοξα εργαλεία πολιτικής που θα διευκολύνουν την έναρξη αλλά και την επιβίωση των νέων αυτών επιχειρήσεων σε δύσκολες συνθήκες.

Για παράδειγμα, θα μπορούσαν αυτές οι επιχειρήσεις να μη φορολογούνται για πέντε έως επτά χρόνια. Ξέρουμε, επίσης, ότι η χώρα έχει αναλάβει τη δέσμευση να μειώσει τις ασφαλιστικές εισφορές. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, υπό προϋποθέσεις να ξεκινήσει από εδώ η εφαρμογή αυτής της πολιτικής. Το όφελος για την οικονομία και την απασχόληση θα ήταν τεράστιο.

Τέλος, θα επαναλάβω την ανάγκη για χρηματοδοτικά εργαλεία ειδικά σχεδιασμένα για μικρές επιχειρήσεις αλλά και για τραπεζική εξειδίκευση που θα ασχολείται με ανάλογα εγχειρήματα.

5. Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης της Οικονομίας
Έχουμε μιλήσει πολλές φορές ως ΠΑΣΟΚ για την ανάγκη ενός Εθνικού Σχεδίου για την Ανασυγκρότηση της Χώρας.

Ένα στρατηγικό σχέδιο στο οποίο προσδιορίζονται ποια πρέπει να είναι τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά της οικονομίας και σε ποιους τομείς πρέπει να δοθεί έμφαση, ώστε στο τέλος αυτής διαδρομής η οικονομία μας να είναι ανταγωνιστική και εξωστρεφής.

Αυτό που χρειάζεται είναι η διαμόρφωση μιας ευρύτερης πολιτικής συναίνεσης για το τελικό στόχο και τα μέσα πολιτικής που θα χρησιμοποιηθούν για να επιταχυνθεί η πορεία.

Υπάρχουν μελέτες οι οποίες συντάχθηκαν με πρωτοβουλία της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ στις οποίες αποτυπώνονται οι δυνατότητες που έχει η χώρα σε συγκεκριμένους τομείς της οικονομίας.

Στη βάση αυτών ή και άλλων μελετών, μπορεί η Κυβέρνηση να συγκροτήσει μια ομάδα στρατηγικού σχεδιασμού, η οποία θα παρακολουθεί μέσω της κατάρτισης δεικτών, την πορεία μετασχηματισμού της οικονομίας.

Η ομάδα αυτή, θα παρέχει τεκμηρίωση και στις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους για τους τομείς πολιτικής στους οποίους θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στις επόμενες επισκέψεις αξιολόγησης της πορείας της ελληνικής οικονομίας.

6. Επίλογος

Η δημόσια συζήτηση αλλά και οι συζητήσεις με τους Ευρωπαίους εταίρους στις επόμενες αξιολογήσεις της πορείας της ελληνικής οικονομίας, δεν πρέπει να εγκλωβιστούν μονομερώς στο θέμα της δημοσιονομικής προσαρμογής. Αυτή, σε μεγάλο βαθμό, έχει ολοκληρωθεί.

Πρέπει να επικεντρωθεί στη παρακολούθηση του μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας.

Οι καθυστερήσεις στην αναδιάρθρωση της οικονομίας εξαντλούν τις αντοχές της κοινωνίας, τροφοδοτώντας ακραίες συμπεριφορές και πολιτικές επιλογές.

Τέσσερα χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης, η χώρα βρίσκεται σε ένα κομβικό σημείο σε ό,τι αφορά τις δυνατότητές της να συνεχίσει την υλοποίηση των διαρθρωτικών αλλαγών, που θα της επιτρέψουν να βγει οριστικά από την κρίση.

Η Κυβέρνηση, σε αυτή τη κρίσιμη στιγμή, οφείλει να επιταχύνει αυτόν τον μετασχηματισμό ώστε να αρχίσει να παράγει αποτελέσματα.

Αυτή είναι η μόνη επιλογή, που διασφαλίζει ότι η οικονομία θα δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας και εισοδήματα, θα ενισχύσει και την κοινωνική και πολιτική σταθερότητα και θα επιτρέψει στην Ελλάδα να έχει ένα σοβαρό και επαρκώς χρηματοδοτούμενο κοινωνικό κράτος.

http://egiakoumis.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.